προσρίπτω

προσρίπτω
ΜΑ, και προσριπτῶ, -έω, Α
ρίχνω κάτι πάνω σε κάποιον ή πάνω σε κάτι ή ρίχνω κάτι προς μία κατεύθυνση («προσέρριψε τῇ γῇ τὸ σκῆπτρον διὰ τὴν ὀργήν», Σχόλ. Ιλ.)
μσν.
παθ. προσρίπτομαι
προστίθεμαι
αρχ.
1. επιρρίπτω, προσάπτω σε κάποιον κάτι («ὄνειδος τοῑς ἐπιφανεστάτοις... προσέρριψε», Πολ.)
2. κάνω παρατήρηση σχετικά με κάτι ή προβάλλω επιχείρημα
3. απαντώ, αποκρίνομαι
4. απονέμω
5. μτφ. ρίχνω με περιφρόνηση («στρατηγοὺς τοῑς πολεμίοις γυμνοὺς προσέρριψαν», Πλούτ.)
6. (μέσ. και παθ.) α) ορμώ πάνω σε κάτι ή σε κάποιον («τὰ μοσχάρια προσερρίφθαι τῷ κυάμῳ», πάπ.)
β) (για παρατηρήσεις) λέγομαι κάπου τυχαία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • προσρίπτω — προσρί̱πτω , προσρίπτω throw to pres subj act 1st sg προσρί̱πτω , προσρίπτω throw to pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσριπτώ — έω, Α βλ. προσρίπτω …   Dictionary of Greek

  • προσερρῖφθαι — προσρίπτω throw to perf inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσρῖψαι — προσρίπτω throw to aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προτρῖψαι — προσρίπτω throw to aor inf act (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσρίπτει — προσρί̱πτει , προσρίπτω throw to pres imperat act 2nd sg (attic epic) προσρί̱πτει , προσρίπτω throw to pres ind mp 2nd sg προσρί̱πτει , προσρίπτω throw to pres ind act 3rd sg προσρί̱πτει , προσρίπτω throw to imperf ind act 3rd sg (attic epic)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσερρίφη — προσερρί̱φη , προσρίπτω throw to plup ind act 3rd sg (doric aeolic) προσερρί̱φη , προσρίπτω throw to plup ind act 1st sg προσερρί̱φη , προσρίπτω throw to aor ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσρίπτετε — προσρί̱πτετε , προσρίπτω throw to pres imperat act 2nd pl προσρί̱πτετε , προσρίπτω throw to pres ind act 2nd pl προσρί̱πτετε , προσρίπτω throw to imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσρίψει — προσρί̱ψει , προσρίπτω throw to aor subj act 3rd sg (epic) προσρί̱ψει , προσρίπτω throw to fut ind mid 2nd sg προσρί̱ψει , προσρίπτω throw to fut ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσρίψῃ — προσρί̱ψῃ , προσρίπτω throw to aor subj mid 2nd sg προσρί̱ψῃ , προσρίπτω throw to aor subj act 3rd sg προσρί̱ψῃ , προσρίπτω throw to fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”